Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

Απαντήσεις Λατινικών 2014



Απαντήσεις Θεμάτων Λατινικών


Α1.
25. Τόσο κοντά στα τείχη έχουμε τον εχθρό! Φυλαχτείτε λοιπόν από τον κίνδυνο, προστατέψτε την πατρίδα. Μην έχετε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της πόλης. Να αποβάλετε(αφήσετε κατά μέρος) την αυτοπεποίθηση που είναι υπερβολική σε σας. Μην πιστέψετε πως θα ενδιαφερθεί κανείς για την πατρίδα, αν εσείς οι ίδιοι δεν φροντίσετε για αυτήν(για την πατρίδα). Θυμηθείτε ότι κάποτε η πολιτεία βρέθηκε στον έσχατο κίνδυνο!

31. Στον Λατινικό πόλεμο, ο Τίτος Μάνλιος, ύπατος, που καταγόταν από αριστοκρατική γενιά, είχε την αρχηγία του στρατού των Ρωμαίων. Αυτός, όταν κάποτε έφευγε από το στρατόπεδο, διέταξε να απέχουν όλοι από τη μάχη.

47. Τότε ρώτησε την κόρη του, αν μετά από κάποια χρόνια θα προτιμούσε να είναι ασπρομάλλα ή φαλακρή. Όταν εκείνη απάντησε «εγώ, πατέρα, προτιμώ να είμαι ασπρομάλλα», ο πατέρας προέβαλε σ’ αυτήν το εξής ψεύτικο επιχείρημα: «Δεν αμφιβάλλω ότι δεν θέλεις να είσαι φαλακρή. Γιατί, λοιπόν, δεν φοβάσαι μήπως αυτές εδώ σε κάνουν φαλακρή;

Β1.
proxime
opes
magis nimia
nullius
ipsi
extero
discrimina
nobilia genera
exercitibus
omni
illud
patrum
istarum
sibi

B2.
habento
cautum -u
tutantem tutaturum tutatum
nolles
deposuerit
nasci
abibunt
edic
abstineant
mavultis
obicereris(-re)
fiant



Γ1. α.
opibus: αφαιρετική οργανική του μέσου στο «confidere»
vobis: δοτική προσωπική κτητική στο ρ. «est»
neminem: υποκείμενο στο ειδικό απρ. «consulturum esse» (ετεροπροσωπία)
patriae: δοτική προσωπική χαριστική στο απρ. «consulturum esse»
fuisse: ειδικό απρ. και αντικείμενο στο ρ. «mementote»
bello: απρόθετη αφαιρετική του χρόνου στο «praefuit»
genere: απρόθετη αφαιρετική που δηλώνει την καταγωγή στο «natus»
aliquot: επιθετικός προσδιορισμός στο «annos»
cana: κατηγορούμενο στο υποκείμενο «ego» του τελικού απρ. «esse»
illi: έμμεσο αντικείμενο στο ρ. «obiecit»
te: αντικείμενο στο ρ. faciant

Γ1. β. nolite cavere periculum / ne caveritis periculum

Γ2. α.  quin calva esse nolis: δευτερεύουσα ονοματική πρόταση του quin, ως αντικείμενο στο non dubito˙ εισάγεται με τον σύνδεσμο quin(αποφατική εξάρτηση), εκφέρεται με υποτακτική επειδή το περιεχόμενό της εκφράζει την πρόθεση του υποκειμένου του ρήματος της κύριας˙ συγκεκριμένα με υποτακτική ενεστώτα (nolis) γιατί εξαρτάται από ρήμα αρκτικού χρόνου (non dubito) και αναφέρεται στο παρόν-μέλλον (ιδιόμορφη ακολουθία χρόνων: η πρόθεση είναι δηλ. ιδωμένη τη στιγμή που εμφανίζεται στο μυαλό του ομιλητή, συγχρονισμός της κύριας με τη δευτερεύουσα πρόταση, και όχι τη στιγμή της πιθανής πραγματοποίησής της).

Γ2. β.

natus: qui natus est

Is cum… abiret: abiens

Γ2. γ.

Utrum post aliquot annos cana esse mavis an calva?

Post aliquot annos cana esse mavisne an calva?

Post aliquot annos cana esse mavis an calva?

(Στις απαντήσεις λάβαμε υπόψη τη θεωρία που υπάρχει στο σχολικό εγχειρίδιο: σελ. 134 σημ. 5 και 6)
 

Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

Προτεινόμενο θέμα Ν. Γλώσσας 2014



Η ανάπηρη πρόοδος
Πριν από 200 περίπου χρόνια, στολισμένη με τις στολές της, τα φράκα της και τις νταντέλες της, η μπελ επόκ[1] ήταν στο απόγειό της. Ο νέος λαμπρός αιώνας που άρχιζε τροφοδοτούσε κάθε είδους χαρούμενους απολογισμούς, προοπτικές, θριαμβολογίες, ενίοτε δε και στοχασμούς, αφού, όπως και τώρα, όλοι καλούνταν να εκφραστούν γύρω από τη δίχως προηγούμενο ιστορία που καλούνταν να βιώσουν. Τότε όλοι συνομολογούσαν ότι τα θαύματα που έβλεπαν μπροστά τους σηματοδοτούσαν απλώς την αφετηρία μιας ανθρώπινης περιπέτειας που οδηγούσε σε μια νέα χρυσή εποχή. Παρ’ όλες τις διαφωνίες τους, σχεδόν εν χορώ, επιστήμονες και φιλόσοφοι, ρεαλιστές και ρομαντικοί, αποικιοκράτες και επαναστάτες συμφωνούσαν ότι η έλευση του νέου μοντέρνου κόσμου των ονείρων τους ήταν κοντά. Και αν ο καλύτερος των δυνατών κόσμων δεν είχε ακόμη υλοποιηθεί, επικρατούσε μια διάχυτη και ανυπόκριτη αισιοδοξία. Στρατευμένοι, κινητοποιημένοι, ενθουσιώδεις και έμπλεοι φορείς μιας αδάμαστης ηθικής βεβαιότητας, ο Ιούλιος Βερν, ο Παστέρ, ο νέος ακόμη Αϊνστάιν, ο Φρόιντ αλλά και στην αντίπερα όχθη ο Λένιν και οι σύντροφοί του πίστευαν ακράδαντα στο περίλαμπρο μέλλον που έμελλε να οικοδομηθεί. Ποτέ άλλοτε η οικουμένη δεν βρισκόταν κοντύτερα στην πραγματοποίηση των υλικών και ηθικών υποσχέσεων του Διαφωτισμού. Ο άνθρωπος έφτιαχνε την ιστορία του. Παρ’ όλες τις ελάχιστες και περιθωριακές φωνές, όπως εκείνη του Νίτσε, ο λόγος φαινόταν πλασμένος να νικήσει, οριστικά.
Δύο περίπου αιώνες αργότερα το μήνυμα των αντίστοιχων εορτασμών, προβληματισμών και απολογισμών είναι λιγότερο θριαμβολογικό. Αν τα μελλούμενα είναι πάντα άγνωστα, στη θέση του ανυπόκριτα αισιόδοξου βολονταρισμού[2] μπήκαν η αμφιβολία, η ειρωνεία, ο σκεπτικισμός ή ακόμη και η απάθεια. Η κατακλυσμικότητα ενός έωλου[3], συνεχώς μεταλλασσόμενου και εν πολλοίς ακατανόητου σήμερα απονοηματοδοτεί το ήδη μακρινό χθες και αποσυνθέτει την προβολή στο ρευστό αύριο. Από ένα σημείο και πέρα η διαταρακτική επιτάχυνση της μεταλλαγής των εικόνων και των σημασιών αποπροσανατολίζει και προκαλεί ίλιγγο. Οι κατακτήσεις του λόγου και της επιστήμης δεν φαίνεται να εγγυώνται την ευζωία. Οι ουρανοί άνοιξαν, αλλά ο πλούτος δεν έφερε την ευτυχία.
Είναι όμως γεγονός ότι, αν κάτι χαρακτηρίζει τον προηγούμενο αιώνα, αυτό είναι ότι δεν εξόφλησε τα ηθικά του χρέη, δεν αποδείχθηκε αντάξιος των αξιακών προσδοκιών που αρθρώθηκαν προκαταβολικά στο όνομά του, δεν υλοποίησε την αξιακή πρόοδο που υποσχόταν. Η πεποίθηση ότι η γνώση και ο κοινωνικός λόγος δεν μπορεί παρά να προχωράνε χέρι με χέρι αποδυναμώθηκε και αποδυναμώνεται μέρα με τη μέρα. Τα κοινωνικά κινήματα και οι μεσσιανικές ιδεολογίες ηττήθηκαν κατά κράτος. Τα γιγάντια βήματα της τεχνολογίας και της επιστήμης όχι μόνο δεν εξαφάνισαν την κοινωνική αδικία και την ηθική αθλιότητα αλλά αντίθετα τις εμπέδωσαν ως περίπου αναπόφευκτες και αυτονόητες. Ο αιώνας του Προμηθέα που έσπασε τις αλυσίδες του κατακτώντας την ελευθερία του ενάντια στη βούληση των θεών απέληξε στη μοιρολατρία ενός Επιμηθέα που αποδέχεται αδιαμαρτύρητα τις δουλείες της «ανθρώπινης φύσης» ξεχνώντας τις ηθικές αφετηρίες και τους τελικούς στόχους των πράξεών του. Ο αξιακός αυτοσκοπός που κινητοποιούσε τη βούληση των ανθρώπων να χειραφετηθούν από τα δεσμά τους κατέληξε στην αυτονόμηση και τελικώς στην απονοηματοδότηση των μέσων που θα οδηγούσαν στη χειραφέτηση.
Αποκαμωμένος από τη διάψευση των ηθικών του προσδοκιών, ο άνθρωπος του 21ού αιώνα εξωθήθηκε λοιπόν στην ευλύγιστη και πάντα κοντόφθαλμη «προσαρμογή» του στην τρέχουσα «πραγματικότητα». Με όλες του τις κρίσεις, και εις πείσμα των αθλιοτήτων που εκτρέφει, ο δημοκρατικός καπιταλισμός εμφανίστηκε όχι μόνο ως προφυλάσσων από τα χείριστα, αλλά και ως εγγυώμενος για τη συνέχιση των θαυμάτων. Τουλάχιστον η γνώση προχωράει με άλματα. Και είναι αλήθεια πως στον νέο αιώνα που διανύουμε τα δώρα της επιστήμης και της τεχνικής φαίνονται αστείρευτα. Ακόμη και από το κατακτημένο φεγγάρι φαίνεται ότι οι επαναστάσεις στην πληροφορική και στις επικοινωνίες κατήργησαν τις αποστάσεις και τον χρόνο, η ιατρική επανάσταση διπλασίασε τη διάρκεια της ζωής και η βιοτεχνολογική επανάσταση επιτρέπει παρεμβάσεις στα έμβια όντα υποσχόμενη να λύσει επιτέλους το οικουμενικό πρόβλημα της διατροφής.
Εξ αντικειμένου όμως το καλπάζον άλογο της γνώσης δεν μπορεί επ’ άπειρον να κοιτάει πεισματικά μπροστά του αδιαφορώντας για τις εκατόμβες που σωριάζονται στο διάβα του. Οι απίστευτες δυνατότητες που ανοίγονται δεν είναι δυνατόν να παραμένουν εσαεί εγκλωβισμένες στον στενόκαρδο ορίζοντα του κέρδους. Από τη στιγμή που είναι υλικά δυνατή, η ανάσταση της ανθρωπότητας θα περάσει μέσα από την αναζήτηση των νέων ηθικών προδιαγραφών της οργάνωσής της. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσω της επιστροφής του συλλογικού δημοκρατικού ελέγχου και της ευφάνταστης συλλογικής βούλησης, δηλαδή της πολιτικής.

Διασκευασμένο άρθρο του Κ. Τσουκαλά, εφ. Το Βήμα, 02/01/2000.


Α. Να γράψετε την περίληψη του κειμένου(ως 120 λέξεις).
Μονάδες 25

Β1. «…το καλπάζον άλογο της γνώσης δεν μπορεί επ’ άπειρον να κοιτάει πεισματικά μπροστά του αδιαφορώντας για τις εκατόμβες που σωριάζονται στο διάβα του»: να αναπτύξετε την παραπάνω άποψη σε μία παράγραφο 80-90 λέξεων.
Μονάδες 10

Β2.α. Ποιον τρόπο πειθούς διακρίνετε στην τέταρτη παράγραφο του κειμένου; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
Μονάδες 5

β. Το παραπάνω κείμενο ανήκει στο γραμματειακό είδος του άρθρου. Να αναφέρετε τρία χαρακτηριστικά (με βάση τη μορφή ή το περιεχόμενο) που το επιβεβαιώνουν.
Μονάδες 5

Β3. «Από ένα σημείο και πέρα η διαταρακτική επιτάχυνση της μεταλλαγής των εικόνων και των σημασιών αποπροσανατολίζει και προκαλεί ίλιγγο»: να αναγνωρίσετε το είδος της σύνταξης που υπάρχει στο παραπάνω χωρίο και να το μεταγράψετε στο αντίθετό του.
Μονάδες 5

Β4.α.  συνομολογούσαν, αποσυνθέτει, αδιαμαρτύρητα, Αποκαμωμένος, βούλησης: να γράψετε ένα συνώνυμο για καθεμιά από τις υπογραμμισμένες λέξεις του κειμένου.
Μονάδες 5

β. προηγούμενο, ανυπόκριτα, αντάξιος, κοντόφθαλμη, δημοκρατικού: να γραφεί ένα αντώνυμο για κάθε λέξη του κειμένου σε έντονη γραφή.
Μονάδες 5

Γ. Η αλματώδης επιστημονική πρόοδος στην εποχή μας αναμφίβολα επιλύει πολλά προβλήματα του ατόμου και της κοινωνίας, αλλά δημιουργεί εφιαλτικούς κινδύνους για την ανθρωπότητα, όταν παραγκωνίζεται η κοινωνική της διάσταση. Λαμβάνοντας υπόψη σας τα παραπάνω, συντάξτε ένα άρθρο 500-600 λέξεων για την εφημερίδα του σχολείου σας, στο οποίο θα απαντάτε στα παρακάτω ερωτήματα: α. Γιατί πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στην κοινωνική διάσταση της επιστημονικής έρευνας; β. Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό;  
Μονάδες 40



[1] η «όμορφη εποχή» (1817- 1914): περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας κατά την οποία σημειώθηκε τεράστια επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος.
[2] φιλοσοφική θεωρία που εισήγαγε ο Νίτσε και θεωρεί ότι η βούληση είναι η υπέρτατη αρχή του κόσμου.
[3] αβάσιμου.

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2011

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 1


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Α.      Ο Γ. Βιζυηνός γεννήθηκε και έμαθε τα πρώτα του γράμματα στην Βιζύη της Αν. Θράκης. Η επίδραση που άσκησε η γενέθλια γη στο διηγηματογράφο γίνεται σαφής κυρίως από τη γλώσσα των διαλογικών μερών του αποσπάσματος. Σε αυτά χρησιμοποιείται δημοτική γλώσσα, η οποία σε πολλά σημεία του διηγήματος διανθίζεται από το τοπικό θρακιώτικο ιδίωμα το οποίο γνώρισε κατά  την παιδική του ηλικία ο Βιζυηνός(«Γιατὶ, βλέπεις, τὸ 'πόνεσε ἡ καρδιά μου τὸ πολλακαμμένο»). Επιπλέον, η επιρροή γίνεται αντιληπτή και από την αναφορά του σε λαϊκές αντιλήψεις, όπως η αναφορά του στο τελετουργικό της επίκλησης της ψυχής του νεκρού πατέρα(«Ἡ ἀσθενὴς ἀνέπνεε βαρέως,…ἐπὶ τῆς ἐπιφανείας τοῦ ὔδατος./ «Ἐπέρασεν ἡ ψυχὴ τοῦ πατέρα σου!»).
            Χαρακτηριστική είναι και η επίδραση που άσκησε η φαναριώτικη εκπαίδευση στον Βιζυηνό. Ο Βιζυηνός το 1872 ξεκίνησε τις σπουδές του στην ιεραπαστολική Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου και συνδέθηκε με σημαντικές προσωπικότητες των φαναριώτικων γραμμάτων. Η επιρροή του εμφανίζεται στη κυρίως διήγηση στην οποία χρησιμοποιείται η λόγια γλώσσα. Άλλη μία ένδειξη αυτής της επιρροής είναι η έντονη θρησκευτικότητα του Βιζυηνού, η οποία διακρίνεται σε όλο το έργο.
          Τέλος, χαρακτηριστικά στοιχεία του έργου του Γ. Βιζυηνού είναι η αληθοφάνεια των χαρακτήρων και η διείσδυση στα μύχια της ψυχής των ηρώων του, απόρροια των σπουδών του στην Ψυχολογία και την Φιλοσοφία στην Ευρώπη. Πρωταγωνιστές στα έργα του είναι κυρίως μέλη της οικογένειάς του. Ο Βιζυηνός καταφέρνει να καταγράψει συναισθήματα των ηρώων, τις βαθύτερες σκέψεις και τους σκοπούς τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αναφορά του στα συναισθήματα που βίωσε ο ίδιος από τη στιγμή που άκουσε την προσευχή της μητέρας στην εκκλησία(«παγερὰ φρικίασις διέτρεξε τὰ νεῦρα μου καὶ ἤρχησαν τὰ αὐτία μου νὰ βοΐζουν./Οἱ ὀδόντες μου συνεκρούοντο ὑπὸ τοῦ τρόμου, καὶ ἐγὼ ἔτρεχον, καὶ ἀκόμη ἔτρεχον»). Ο Βιζυηνός καταγράφει τη φρίκη και τον τρόμο που βίωσε, όταν άκουσε τη μητέρα του να προσφέρει κάποιο από τα άλλα της παιδιά για να παραμείνει ζωντανή η Αννιώ. Το «ενοχικό»  συναίσθημα που βιώνουν τα τόσο εκείνος όσο και η μητέρα του αποτελούν χαρακτηριστικότερο παράδειγμα. Ο ίδιος βιώνει μια εσωτερική σύγκρουση, διότι αγαπά την αδελφή του, αλλά για χάρη της στερείται την αγάπη της μητέρας, η οποία δεν του δίνει την προσοχή που ίδιος επιθυμεί. Η μητέρα, πάλι, δοκιμάζεται σε όλη της ζωή, αυτοτιμωρείται με τις υιοθεσίες, εξαιτίας του «ακούσιου» φόνου που διέπραξε(«Καθὼς τὸ λὲγ' ὁ λόγος, ξένο παιδί 'ναι παίδεψι. Μὰ γιὰ μένα ἡ παίδεψι αὐτὴ εἶναι παρηγοριὰ κ' ἐλαφροσύνη. Γιατὶ ὅσο περισσότερο τυρρανηθῶ καὶ χολοσκάσω, τόσο 'λιγώτερο θὰ μὲ παιδέψῃ ὁ Θεὸς γιὰ τὸ παιδὶ 'ποὺ πλάκωσα»).

Β. Ο αφηγητή βιώνει το ενοχικό συναίσθημα, αφενός γιατί αγαπά την αδελφή του, αλλά τη θεωρεί υπεύθυνη για την έλλειψη προσοχής της μητέρας του προς αυτόν. Αφετέρου, σε ολόκληρη τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας, ο αφηγητής προσπαθεί να καταλάβει την περίεργη συμπεριφορά της μητέρας του. Η νύχτα στην εκ­κλησία δρα καταλυτικά στην ψυχή του. Όλα στο χώρο της εκκλησίας τον τρο­μάζουν. Υποφέρει, λοιπόν, για χάρη της αγάπης της μητέρας του και παίρνει κουράγιο από την παρουσία της (Ὑπέφερον λοιπὸν καὶ κατὰ τὰς ἑπομένας νύκτας τὰς φρικιάσεις ἐκείνας μετὰ ἀναγκαστικῆς στωικότητος καὶ ἐξετέλουν προθύμως τὰ καθήκοντά μου, προσπαθῶν νὰ καταστῶ ὅσον τὸ δυνατὸν ἀρεστότερος).
Το δράμα του κορυφώνεται με την προσευχή της μητέρας, που τον προσφέρει στο Θεό ως αντάλλαγμα για τη ζωή της Αννιώς. Όλος ο κόσμος του ανατρέπεται και μένει μετέωρος στο κενό με τα δόντια του να χτυπούν από τον τρόμο («Όταν ήκουσα τας λέξεις ταύτας... οι οδόντες μου συνεκρούοντο υπό του τρόμου, και εγώ έτρεχον, και ακόμη έτρεχον»). Η ψυχική δοκιμασία του αγοριού ξεπερνά τις δυνάμεις του. Όλες οι προσπάθειές του να ικανοποιήσει τη μητέρα πήγαν χαμένες, και νιώ­θει για άλλη μία φορά την απόρριψη.
Παρά την ταραχή και τη φρίκη που βίωσε, καταφέρνει να αυτοκυριαρχήσει και καταφεύγει σε συλλογισμούς που φανερώνουν την ευαισθησία και την ωριμότητά του. Τώρα πια είναι σε θέση να καταλάβει γιατί ο πατέρας του τον αποκαλούσε το «αδικημένο». Αισθάνεται απογοήτευση και πίκρα για το γεγονός και γυρίζει στο σπίτι συντετριμμένος. Βρίσκεται σε τραγική θέση γιατί δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά της μάνας του και καταλήγει στο συμπέρασμα πως δεν τον αγαπά και της είναι βάρος. Ξαπλώνει στο κρεβάτι του, αλλά είναι ανήσυχος. Σε λίγο γίνεται κοινωνός μίας παράξενης τελετής και, χωρίς να το καταλάβει, με λυγμούς παρακαλεί τον πατέρα του να πάρει εκείνον αντί για την αδελφή του. Με αυτό τον τρόπο δείχνει στη μητέρα του ότι άκουσε την προσευχή της και γνωρίζει την παράκλησή της. Σε αυτό το σημείο επεμβαίνει ο ώριμος αφηγητής για να εκφράσει την ενοχή του για το ξέσπασμά του.
Λίγο πιο κάτω, η εξομολόγηση της μητέρας θα τον αφήσει άναυδο. Το παρελθόν παρελαύνει μπροστά στα μάτια του και με ωριμότητα κρίνει τα γεγονό­τα. Λυπάται τη μάνα του που τράβηξε τόσα και καταλαβαίνει ότι η αιτία του κακού και της κόλασης που ζει είναι το τραγικό ατύχημα («Η συναίσθησις του αμαρτήματος, η ηθική ανάγκη εξαγνίσεως και το αδύνατον της εξαγνίσεως αυτού - τι φρικτή και αμείλικτος Κόλασις! Επί εικοσιοκτώ τώρα έτη βασανίζεται, η τάλαινα γυνή χωρίς να δυνηθή να κοίμηση τον έλεγχον της συνειδήσεώς της, ούτε εν ταις δυστυχίας ούτε εν ταις ευτυχίαις της!»). Συναισθάνεται, λοιπόν, το μαρτύριό της και προσπαθεί να τη βοηθήσει.

Β2. Η μητέρα έχει ήδη αποκαλύψει το μυστικό που βαραίνει τη συνείδησή της. Οι υιοθεσίες αποτελούν υποκατάστατα και ικανοποιούν τη λαχτάρα που είχε η μητέρα για κορίτσια(ψυχολογικός λόγος)· με αυτές η μητέρα προσπαθεί να καταπνίξει τις τύψεις της και μέσω αυτών επιτυγχάνεται η εξιλέωση(ηθικός λόγος). Γι’ αυτό ισχυρίζεται ότι και η Κατερινιώ είναι «παίδεψι», αλλά της προσφέρει «παρηγοριά και ελαφροσύνη». Για την Δεσποινιώ όσο πιο ανάξιο είναι το παιδί που μεγαλώνει, όσα βάσανα της προσθέτει, τόσο πιο εύκολα τη γλιτώνει από τις τύψεις της. Τα βάσανα που βιώνει με το μεγάλωμα των ανάξιων παιδιών αποτελούν δοκιμασία για εκείνη· μια δοκιμασία που της στέλνει ο θεός, ώστε να πληρώσει την αμαρτία της και τελικά, να εξιλεωθεί (Γιατὶ ὅσο περισσότερο τυρρανηθῶ καὶ χολοσκάσω, τόσο 'λιγώτερο θὰ μὲ παιδέψῃ ὁ Θεὸς γιὰ τὸ παιδὶ 'ποὺ πλάκωσα).

Γ. Η οπτική γωνία της αφήγησης εξαρτάται από την απόσταση που παίρνει ο αφηγητής τόσο από τα γεγονότα όσο και από τα πρόσωπα της αφήγησης. Όταν, λοιπόν, ο αφηγητής βγαίνει έξω από αυτά, τα αντιμετωπίζει και τα καταγράφει σε τρίτο πρόσωπο ως παντογνώστης αφηγητής, τότε πρόκειται για εξωτερική οπτική γωνία.  Όταν αντίθετα, κι αυτό συμβαίνει στο «Αμάρτημα της μητρός μου», ο αφηγητής συμμετέχει στα δρώμενα, πρωταγωνιστεί και μας αφηγείται μόνο όσα γνωρίζει, εκείνη τη στιγμή της εξέλιξης του μύθου, τότε η οπτική γωνία είναι εσωτερική. Ο αφηγητής εστιάζει, σ’ αυτή την περίπτωση, με άλλα λόγια απομονώνεται στη συγκεκριμένη στιγμή δράσης και μας μεταφέρει μονάχα τα βιώματα και τις πληροφορίες που γνώριζε τότε και όχι όσες απέκτησε στην πορεία.
    Χαρακτηριστικό παράδειγμα του παραπάνω είναι η εκδικητική αντι-προσευχή. Ο αφηγητής-παιδί εκδικείται τη μητέρα του ζητώντας από τον πατέρα να πάρει τον ίδιο και όχι την αδελφή του (Ἔλα πατέρα -νὰ μὲ πάρῃς ἐμένα - γιὰ νὰ γιάνῃ τὸ Ἀννιῶ!). Ως ώριμος αφηγητής, ωστόσο, κατανοεί ότι η προσευχή αυτή κορύφωνε την απελπισία της μητέρας του και την πλήγωνε(Δέν ἠσθανόμην ὁ ἀνόητος ὅτι τοιουτοτρόπως ἐκορύφωνα τὴν ἀπελπισίαν της! Πιστεύω νὰ μ' ἐσυγχώρησεν. Ἤμην πολὺ μικρὸς τότε, καὶ δὲν ἠδυνάμην νὰ ἐννοήσω τὴν καρδίαν της).
    Η εσωτερική οπτική γωνία δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να συμμετέχει πιο ζωντανά στο έργο. Γνωρίζει κι αυτός όσα ακριβώς ο αφηγητής τη στιγμή της δράσης. Αγωνιά, αισθάνεται, χαίρεται και λυπάται μαζί του. Ξετυλίγει μαζί του το κουβάρι της εξέλιξης. Έτσι, το έργο γίνεται πιο ενδιαφέρον και ο αναγνώστης μένει καθόλη τη διάρκειά του αιχμάλωτος της συμμετοχής του και της αγωνίας του για τη συνέχεια. Πέραν αυτού, διευκολύνεται και η διατήρηση του αινίγματος και του μυστηρίου, όπως στο εξεταζόμενο κείμενο, όπου ο τίτλος και μόνο λειτουργεί αινιγματικά. Είναι χαρακτηριστική η επίδραση που έχει στο παιδί η προσευχή της μητέρας. Μόλις την ακούει να προσφέρει ένα από τα άλλα της παιδιά για να διατηρηθεί στη ζωή η Αννιώ, εκείνος αρχίζει να τρέμει, φρίττει και τρέχει, πιστεύοντας ότι τον κυνηγά ο «θάνατος».
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η εξωτερική οπτική γωνία όσο και η εσωτερική γίνονται αντιληπτές και από τη γλώσσα. Ο αφηγητής, όταν αξιολογεί ως ώριμο αφηγητής τα γεγονότα, χρησιμοποιεί τη λόγια γλώσσα, ενώ, όταν συμμετέχει στα δρώμενα(εσωτερική οπτική γωνία), χρησιμοποιεί τη δημοτική, διανθισμένη με στοιχεία της τοπικού ιδιώματος της Αν. Θράκης.

Δ. Μορφή: πρόκειται για ποίημα ρομαντικής εμπνεύσεως και δεν μπορεί να συγκριθεί με το διήγημα.

Περιεχόμενο: α) η αγάπη μητέρας και πατέρα, β) η αγάπη του πατέρα στο γιο του, γ) η γνώμη του κόσμου για τα παιδιά και την τύχη τους, δ) η ανάγκη της μητρικής στοργής από το παιδί, ε) η ανάγκη του παιδιού και της μητέρας με το νεκρό πατέρα, στ) η απουσία του πατέρα,

Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ 1

ΘΕΜΑΤΑ

ΟΜΑΔΑ Α
Α.1.1. Να αποδώσετε το νόημα των παρακάτω όρων:
(α) αγροτική μεταρρύθμιση.  
(β) Γραφεία Ανταλλαγής πληθυσμών.
(γ) Πρώτο Παγκόσμιο Πανποντιακό Συνέδριο.   
Μονάδες 12

Α.1.2.Να αντιστοιχίσετε τα πρόσωπα της Στήλης Α με τις ενέργειες ή τις θέσεις που κατείχαν της Στήλης Β.

ΣΤΗΛΗ Α
ΣΤΗΛΗ Β
(α) Μουσταφά Κεμάλ.
1. Πρότεινε συνεργασία με Κούρδους και Αρμένιους εναντίον του εθνικού κινήματος του Κεμάλ.
(β) Πρίγκιπας Γεώργιος.
2. Ηττήθηκε στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920.
(γ) Μητροπολίτης Αμάσειας Γερμανός Καραβαγγέλης.
3. Αρχηγός του ρωσικού κόμματος.
(δ) Ελ. Βενιζέλος.
4. Συμφωνία φιλίας και συνεργασίας με Μπολσεβίκους.
(ε) Ανδρέας Μεταξάς.
5. Παραιτήθηκε από το αξίωμα του Αρμοστή στις 12 Σεπτεμβρίου 1906.  
Μονάδες 10

Α.2.1. Ποια παράπονα εξέφραζαν οι πρόσφυγες για την αντιμετώπισή τους από το ελληνικό κράτος;
Μονάδες 14

Α.2.2. Ποιες ήταν οι αιτίες που συνετέλεσαν στην πνευματική άνθηση του Πόντου και επέτρεψαν τον ελληνοκεντρικό του προσανατολισμό;
Μονάδες 14

ΟΜΑΔΑ Β
Γ. Αξιοποιώντας τα ακόλουθα κείμενα και λαμβάνοντας υπόψη τις ιστορικές σας γνώσεις, να παρουσιάσετε τους κύριους πολιτικούς στόχους της Κοινωνιολογικής Εταιρείας και του Λαϊκού Κόμματος.
Μονάδες 25

Η Κοινωνιολογική Εταιρεία δεν δημιουργήθηκε ως κόμμα, οπωσδή­ποτε όμως αποσκοπούσε να προπαγανδίσει πολιτικούς στόχους και να προετοιμάσει την ίδρυση κόμματος. Σύμφωνα με το καταστατικό, σκοπός του συλλόγου δεν ήταν μόνο να ευνοήσει φιλοσοφικές, κοι­νωνιολογικές και οικονομικές μελέτες και να εκλαϊκεύσει τα αποτελέ­σματά τους, αλλά να δραστηριοποιηθεί ώστε να αναγνωριστεί «στην πράξη» η αρχή της ισότητας των ευκαιριών για όλα τα μέλη της κοινωνίας κατά την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους. Αυτή η αρχή δεν μπορούσε να επιβληθεί παρά μόνο με τη σταδιακή αναμόρφωση της οικονομίας και της συνταγματικής τάξης: με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και τη διανομή των αγαθών σύμφωνα με τις ανάγκες. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος ήταν «απαραίτητος η οργάνωσις του εργαζομένου λαού εις οικονομικούς συνεταιρισμούς και εις ίδιον πολιτικόν κόμμα».

G. Hering, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936,
εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2004,τόμος  Β', σελ. 846.

Στα μέσα του 1910 οι Κοινωνιολόγοι ίδρυσαν το Ελληνικόν Λαϊκόν Κόμμα. [...] Πιο διακριτά σε σύγκριση με το 1909 προέβαλλαν τώρα τα χαρακτηριστικά μιας νέας κοινωνίας και ενός νέου συντάγματος: ύψιστος σκοπός του κράτους ήταν να εξασφαλίσει ισότητα ευκαιριών για την ανάπτυξη του ατόμου, και το σκοπό αυτό θα υπηρετούσε ο σταδιακός περιορισμός της εκμετάλλευσης, η δικαιότερη διανομή των αγαθών, η κρατικοποίηση επιχειρήσεων με ιδιαίτερη σημασία για την κοινωνία.

 G. Hering, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936,
εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2004,τόμος  Β', σελ. 848-849.

Δ. Λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο των πηγών που ακολουθούν και την αφήγηση του σχολικού βιβλίου να προσδιορίσετε τους λόγους που ανάγκασαν τις Μεγάλες Δυνάμεις να αναζητήσουν πολιτική λύση για την εξομάλυνση της κρίσης στην Κρήτη(1905) και εξηγήστε το σκεπτικό της υποχώρησης του Ελ. Βενιζέλου στο ζήτημα της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα.
Μονάδες 25

Απόρρητη έκθεση τον Βρετανού προξένου Graves Μάρτιος 1903
«Είναι βέβαιο ότι η δημοτικότητα και το κύρος τον Ύπατου Αρμοστή σε ολό­κληρη τη χώρα καθιστά περιττή την κάθοδο από την υψηλή θέση του στο βόρβορο της προσωπικής πολιτικής, εφόσον η ομογνωμία στο νησί γύρω από το θέμα της ενώσεως με την Ελλάδα είναι απόλυτη. Είναι δύσκολο να διακρί­νει κάποιος τον υψηλό σκοπό, ο οποίος είναι δυνατόν να εξυπηρετηθεί με τον στιγματισμό μιας μερίδας πολιτικών ως προδοτών της εθνικής υποθέσεως και με την υπονόμευση επομένως της κρητικής ομοφωνίας στην οποία η Α.Β.Υ. έχει, ως τώρα, τόσο έντονα επιμείνει».

Ιστοριά του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΔ', σελ. 203-204

Ο Βενιζέλος εκθέτει τις απόψεις του στους συντρόφους του 22-05-1905
"Και τώρα τι πρέπει να πράξωμεν; Χρειάζεται σταθερότης και θάρρος αλλά συγχρόνως και φρόνησις. Φρόνησις και επιδεξιότης περί την διαχείρισιν του ζητήματός μας. Αι Δυνάμεις κατηγορηματικώς διά της τελευταίας διακοινώσεώς των εδήλωσαν ότι αδυνατούν να παράσχουν την Ένωσιν. Νομίζετε ότι ημείς πρέπει να περιφρονήσωμεν την δήλωσιν αυτήν και να εμμείνωμεν εις το κήρυγμα της πλήρους, της τυπικής ενώσεως; Έχω την γνώμην ότι δεν πρέπει να κάμωμεν αυτό. Είναι δυστυχώς δι’ ημάς παραδεδεγμένον το δόγμα της ακεραιότητος της Τουρκίας. Αι Δυνάμεις, συνεπώς, επ’ ουδενί λόγω ημπορούν να επιτρέψουν την πλήρη προσάρτησιν, την κατά τύπους και ουσίαν, της Κρήτης εις την Ελλάδα. Τί πρέπει λοιπόν ημείς να πράξωμεν; Δεν νομίζετε ότι έχομεν καθή­κον, παραβλέποντες τους τύπους, να επιζητήσωμεν την ουσίαν; Εάν κατορθώσωμεν να επιτύχωμεν την κατ’ ουσίαν ένωσιν με την Ελλάδα, εάν ως μόνον δείγμα της τουρκικής επικυριαρχίας αφεθή εις την Κρήτην μία σημαία της, δεν είναι το ίδιο πράγμα, ωσάν να επιτύχωμεν την πλήρη ένωσιν; Αυτό νομίζω ότι οφείλομεν να πράξωμεν. Τοιουτοτρόπως ημπορούμεν να έχωμεν χιλίας ελ­πίδας ότι θα επιτύχωμεν. Διότι ενώ κατά βάθος επιμένομεν εις το κήρυγμα της ενώσεως, αφ’ ετέρου δεν προκαλούμεν τας Δυνάμεις..."».

Εμ. Θεοδωράκη, Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ως εθνικός ηγέτης,
Χανιά, 1996, εκδ. Σμυρνιωτάκη,  σελ. 41